Μούδιασμα .
Τεντωνε τα χέρια της μέχρι τον ουρανό να πιάσει λίγο αέρα να τον τρυπώσει μέσα της που λιγόστευε.
Την κοιταζε μεστά σκοτάδια σαν να ήξερε πως παλεύει να φύγει .
Μούδιασμα.
Μέσα και έξω ακίνητη κι ας τρέχει .
Μέχρι να φύγει να χορτάσει κάθε της βλέμμα ,κάθε χαμόγελο και ανάσα.
Οι δείκτες του ρολογιού απειλητικά χτυπούσαν τους τοίχους κι εκείνη έσβηνε.
Σιγοσβηνε ένα φως εκκωφαντικό που όλους μας φώτιζε χρόνια τώρα.
Και τώρα μεστά σκοτάδια κρατάμε με νύχια και με δόντια την μικρή φλόγα .
Leave a Reply