Η μυρωδιά του αλατισμένου αέρα και η τρικυμία στα μάτια τους.
Αναψοκοκκίνιζαν τα όνειρα τους στο πρώτο ηλιοβασίλεμα και η ανάσα κοφτή σαν πόθος.
Περνούσαν τα μικρά σοκάκια και τα βλέμματα ήταν πασπαλισμένα με ζάχαρη, μπουγάτσα και γάλα με μέλι στην πλατεία, ύστερα κύματα και πύργους στην άμμο.
Να γδέρνουν την ρουτίνα και να την ματώνουν.
Να ονειρεύονται με ανοιχτά μάτια και να κλέβουν ο ένας λίγο απτό όνειρο του άλλου. Τα παιδιά να χαχανίζουν και το παγωτό να λιώνει σαν ερωτευμένος που κοιτάζει βαθιά στα μάτια της αγαπημένης.
Να ξεχνούν τα κινητά στο δωμάτιο μαζί με τα ρολόγια και να γυρίζουν μέσα τους στον πιο μικρό εαυτό τους.
Να ξεφλουδίζουν οι ώμοι και να μυρίζει η ανάσα ρούμι.
Κι έπειτα ο παππούς Νίκος στην μικρή πλατεία με τις ιστορίες του και τα παιδιά με ραγισμένα μάτια να αγωνιούν για την συνέχεια, στα χέρια ψωμί και τριμμένη ντομάτα και οι σκιές στην εκκλησία να χορεύουν.
Πως να μην αγαπήσεις μια στεριά που σε βρέχει με θαλασσινά όνειρα, όταν σου χαρίζει την μια και μοναδική απάντηση στα πιο βαθιά σου ερωτήματα.
Απλότητα.
Φιλοξενία.
Αγάπη και ηλιοβασιλέματα και αστέρια που χορεύουν γύρω από το φεγγάρι.
Γείωση και ονειρέματα.
Κι οι διακοπές να διακόπτουν όλο σου τον χειμώνα για να στο υπενθυμίσουν.
Leave a Reply