θέλω να ανεβώ στο καρουζέλ.
Πάντα την ενθουσίαζαν τα πολύχρωμα άλογα και οι μεταξωτές κορδέλες, τα στροβιλίσματα και τα ανάκατα παιδικά γέλια, είχε και ένα διάφανο γυάλινο βάζο με ένα τσίγκινο κάρο κόκκινο καπάκι και έλεγε πως μπορεί να μαζέψει μερικά γέλια για όταν μεγάλωνε.
Την κορόιδευαν, πολύ την κορόιδευαν όμως δεν την ένοιαζε, ίσα ίσα καμάρωνε για την συλλογή από γυάλινα ξόρκια -προίκα για την ενηλικίωση της.
Δεν ήθελε να μεγαλώσει, παρατηρούσε τους μεγάλους και κρατούσε σημειώσεις από τα 9 της μεσυμβουλές λίγο πριν την λήθη.
Δεν είχε βρει πως έχαναν το γέλιο τους και το αντικαθιστούσαν με την υποψία γέλιου, σαν ξινισμένο φρούτο παραγινωμενο της έμοιαζαν οι μεγάλοι που η γλυκιά τους γεύση αντικαταστάθηκε με σάπια σάρκα, σάπια μυαλά φορεμένα στο σκληρό εξωτερικό τους περίβλημα.
Όχι δεν ήθελε να γίνει σαν αυτούς κι έτσι τραβούσε φωτογραφίες κάθε τι που θα βοηθούσε να ανατραπεί η συμφορά, διάβαζε ποιήματα στον ήλιο και αποχαιρετούσε το δειλινό με μεγάλα ματιά εκστατικά, αποκοίμιζε τα όνειρα της πλέκοντας τους πολύχρωμα κουβερτακια.
Τα είχε όλα δίπλα της, τα γυάλινα βάζα, τα ποιήματα της και τα ονειρατα με τα κουβερτακια τους, οι φωτογραφίες από το ποδήλατο της, τα καραμελενια σπιτάκια που είχε φτιάξει, τους φίλους που ψήλωναν και τα άλογα στο καρουζελ μαζί με την συλλογή από τα παιδικά γέλια.
Κάθε βράδυ όταν όλα τα φωτά έσβηναν και χιλιάδες χεράκια ενώνονταν να προσευχηθούν, υπήρχαν κάπου σε ένα μικρο σπίτι στην πατρα δυο χεριά που προσεύχονταν να μην μεγαλώσουνποτέ και κάνουν κακό, να μείνουν μικρά και δοτικά.
Να ζωγραφίζουν μονάχα, να αγκαλιάζουν και να μοιράζονται να δουλεύουν μαζί με χιλιάδες αλλά για έναν σκοπό, να λευτερωθούν τα γέλια από όλους τους μεγάλους, να λευτερωθούν και να γεμίσει ο κόσμος και ο ουρανός με γέλια, μια τεράστια σειρήνα γέλιου που θα θύμιζε σε όλους εκείνους που τα έχασαν ποιος είναι ο δρόμος για την ευτυχία.
Ο δρόμος της επιστροφής στον ίδιο τους τον εαυτό.
Μην γελάσεις αν την δεις να τραβάει φωτογραφίες στο εγκαταλελειμενο πάρκο του άγιου διονυσιου, εκεί που κάποτε όταν ήταν μικρή υπήρχε λούνα παρκ, το θυμάσαι άραγε το λούνα πάρκ;
Είναι που ήθελε να ανεβεί στο καρουζελ, είναι που ήθελε να της φανερωθούν όλα εκείνα τα παιδικά γέλια, είναι που φοβάται που μεγαλώνει.
Είναι που μέσα της ξέρει πως δεν θα μεγαλώσει ποτέ.
Έχει προίκα κι ας γελάς.
Leave a Reply