Ολα τα γιατι χορευαν μπροστα της, ακομα κι εκεινο το μικρο παραπονο που δεν το ανταμωνε λογικη.
Φοβηθηκε να αντιδρασει,σωπασε τις σκεψεις της και μαζεψε τα λογια που του χρωστουσε μεσα της ,μικρες σπαρακτικες προτασεις ,ορφανες και αδεσποτες πλυμμηριζαν το σωμα της που εμοιαζε ακατοικητο ετσι γερμενο προς το πατωμα με τα ποδια διπλωμενα σε ενα ακαταστατο σχημα που θαρρεις και εμοιαζε ολακερο με ερωτηματικο.
Βαρεθηκε να μην γνωριζει,βαρεθηκε να μην αντικρυζουν τα ματια μιαν απαντηση,κουραστηκε να χανει σε εναν ατερμονο αγωνα με τα γιατι.
Εκεινοι και εκεινη,παντα αντιμετωπη με ολους και κανεναν επαψε να ελπιζει σε μια νικη εστω μια ισοπαλια.
Δεν θα αναρωτιοταν ποτε ξανα, ουτε θα πονουσε ,ειχε επιτελους βρει εναν τροπο να λυτρωθει.
Εναν αλλοτινο κοσμο ολοδικο της,
Την χώρα που δεν χωρά πουθενα παρα μονο μεσα της.
Leave a Reply