Δυο μάτια φορτωμένα σύννεφα.
Μονο αυτο κατάφερα να διακρίνω.
Έπειτα έβρεξε και έτρεξες να μην λιώσεις.
Τόσο γλυκό σε γέυτηκα.
Μήνες και δευτερόλεπτα μας χώριζαν απο την τρέλα και για θεραπεία διαλέξαμε την διχοτόμηση.Ναι λεγαμε πως ήμεθα ένα.
Τώρα δυό.
Λατρέυω την βροχή και τιμωρήθηκα γιαυτό ενα μεσημέρι του οκτώβρη, κοντά οχτώ χρονών.
Το έσκασα απο την αυλή της γιαγιάς και χόρευα μεθυσμένη απο την μυρωδιά της βροχής στο χώμα.
Τιμωρήθηκα με αιώνιες καταιγίδες μεσα μου.
Ενοχές καθε που βρέχει.
Μια θύμηση σαν μπόρα.
Πέρασες και χάθηκες ,υστερα ήλιος.
Πως το μαζί γίνεται μόνος και το μόνος βροχή.
Στα μάτια.
Leave a Reply