Μπαινόβγαινε σε σώματα και δωμάτια, λέξεις και πολυχωρους, αγοραζε έρωτα, τσιγάρα φτηνό κρασί και βιβλία.
Γέμιζε και άδειαζε κάποιες φορές στέρευε κι άλλες ξεχείλιζε σαν καζάνι που έβραζε.
Ήξερε να σφίγγει χερια, αναμνήσεις και την καρδιά της, να τα συμπυκνώνει τόσο πολύ μεσα της ώσπου να αφανιστούν σαν καπνός απο τα δαγκωμένα χείλη της.
Στο κεφαλι της μια λεωφόρος με συχνές στάσεις στην αγκαλιά του, στάσεις και αποστάσεις αργότερα θα τους έκαναν να ξεπεράσουν τα όρια και την ανοχή, μονό ανάσες και ιδρώτα θα γέμιζε το δωμάτιο που ξαμολούσε κάθε επιθυμία της.
Εκείνος τυφλό σκυλί, βρωμούσε πόθο και εκδίκηση πουθενά ερωτάς.
Εκείνη διπλή ζωή.
Ένα σπίτι δυο παιδιά, ένας άντρας και εκείνη.
Ρομποτική φυσιογνωμία, κινήσεις ακριβείας ,απόλυτη αφοσίωση στους πολλαπλούς ρόλους της και κάθε φορα που δεν άκουγε ένα ευχαριστώ επιβράβευε τον εαυτό της με ένα απόγευμα μαζί του.
Δωμάτια ξενοδοχείων και απόμακρες θάλασσες, χνώτα στα τζαμιά του αυτοκινήτου και ενοχές χόρευαν μπροστά της ,αυτό έκανε τον πόθο να θεριεύει και να σέρνεται σαν φίδι ανάμεσα στα ποδιά τους, γεμάτο δηλητήριο και πόνο.
Γύριζε λαβωμένη και γεμάτη σημάδια καλύπτοντας τα με make up, φορούσε την ολόσωμη ποδιά της αυτήν με τα τεραστία λουλούδια που μισούσε, δώρο της νύφης της και συγύριζε, συγύριζε τα παντα εκτός απο τα μεσα της, εκει μόνο ακαταστασία και βρωμιά.
Παίζουμε ένα παιχνίδι; ακούστηκε απο την άλλη γραμμή στο τηλέφωνο:
-δεν σου έχω πει να μην παίρνεις εδώ;
-παίζουμε;
-πες μου γρήγορα τι θέλεις και κλείσε.
-με σκέφτεσαι;
-όχι δεν σε σκεφτομαι,κλεισε
– πες μου τι φοράς.
Κοίταξε την πολύχρωμη ρόμπα και ξέσπασε σε γέλια, σε δυνατά γέλια που κατέληγαν σε λυγμούς.
Leave a Reply